Η αντίληψη ενός ατόμου ότι “δεν είναι καλά”. Είναι υποκειμενικό αίσθημα και μπορεί να οφείλεται σε σωματικά ή ψυχικά αίτια. Ο όρος δεν είναι συνώνυμος με τους όρους “διαταραχή”, “πάθηση” ή “νόσημα”.
ΑΔΙΑΘΕΣΙΑ ΤΟΥ ΤΑΞΙΔΙΟΥ Κατάσταση την οποία προκαλεί σε μερικά άτομα το ταξίδι στην ξηρά, στη θάλασσα ή στον αέρα. Στην ελεφρότερη μορφή της, η αδιαθεσία του ταξιδιού μπορεί να είναι μόνο κάποιο αίσθημα δυσφορίας και κεφαλαλγία, αλλά σε βαριές περιπτώσεις είναι δυνατό να παρατηρηθούν κακουχία, υπερβολική εφίδρωση και σιελορροία, ωχρότητα, ναυτία και έμετος. Η αδιαθεσία (“ναυτία”) του ταξιδιού οφείλεται στην επίδραση που ασκεί η συνεχής έντονη κίνηση στο όργανο που αντιλαμβάνεται τη θλεση του σώματος στο χώρο (αιθουσιαίο σύστημα του έσω ωτός). Στην πρόκλησή της, ωστός, παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες. Έτσι, την κατάσταση μπορούν να επιδεινώσουν το άγχος λόγω προγενέστερης εμπειρίας, ο συνωστισμός ή η γενάτη καπνούς ατμόσφαιρα, το πλούσιο γεύμα ή η θέα της τροφής, όπως και η προσύλωση του βλέμματος σε κοντινά αντικείμενα. Οι πάσχοντες πρέπει να κοιτάζουν σε κάποιο σημείο του ορίζοντα.
ΠΡΟΛΗΨΗ Η αδιαθεσία του ταξιδιού μπορεί να προληφθεί ή να καταπολεμηθεί με διάφορα αντιεμετικά φάρμακα. Η σκοπαλαμίνη ή η κυκλιζίνη (αντιισταμινικό φάρμακο) πρέπει να παίρνονται περίπου μια ώρα πριν την αναχώρηση του μέσου μεταφοράς, ενώ τα μικρότερης διάρκειας δράσης αντιισταμινικά (όπως προμεθαζίνη ή η μεκλιζίνη) πρέπει να παίρνονται περίπου μία ημέρα πριν από το ταξίδι.
|