Χειρουργική αφαίρεση μέρους ή του συνόλου ενός άκρου, συνήθως με σκοπό την πρόληψη γάγγραινας (νέκρωσης και αποσύνθεσης των ιστών) ή λοίμωξης. Ως την εισαγωγή των αντιβιοτικών, στις αρχές της δεκαετίας του 1940, ο ακρωτηριασμός αποτελούσε συχνή επέμβαση, ιδιαίτερα σε περιόδους πολέμου, και ήταν ο μόνος τρόπος πρόληψης της γάγγραινας σε περιπτώσεις λοίμωξης ανοικτού κατάγματος (με αποκάλυψη των οστών που είχαν υποστεί το κάταγμα.
ΛΟΓΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ Σήμερα η αντιμετώπιση των τραυματικών λοιμώξεων με αντιβιοτικά σημαίνει ότι ο ακρωτηριασμός περιορίζεται κυρίως σε βαριές περιπτώσεις αρτηριοπάθειας. Το 85% από τους 25000 ακρωτηριασμούς που εκτελούνται κάθε χρόνο στις ΗΠΑ, αφορά ασθενείς με περιφερική αγγειοπάθεια, κατά την οποία ο συνδυασμός αθηροσκλήρυνσης και θρόμβωσης μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη διακοπή της αιμάτωσης ενός άκρου, προκαλώντας γάγγραινα. Ακρωτηριασμός είναι επίσης δυνατό να εκτελεσθεί με σκοπό την πρόληψη της εξάπλωσης καρκίνου των οστών ή κακοήθους μελανώματος(κακοήθους νεοπλάσματος του δέρματος.
ΤΡΟΠΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ Πριν από την εγχείρηση, ο χειρουργός αποφασίζει σε ποιο ύψος του άκρου θα επέμβει ¨για να επουλωθεί γρήγορα το τραύμα, οι ιστοί της περιοχής του ακρωτηριασμού πρέπει να είναι υγιείς. Οι ερευνητικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στη φάση αυτή είναι η αγγειογραφία (ενδαρτηριακή έγχυση διαλύματος ορατού στην ακτινογραφία) και η θερμογραφία (καταγραφή των θερμοκρασιών της επιφάνειας του σώματος με θερμοευαίσθητη φωτογραφική μηχανή. Κατά την επέμβαση το δέρμα και οι μύες κόβονται χαμηλότερα από το επίπεδο στο οποίο πρόκειται να κοπούν τα οστά, προκειμένου να δημιουργηθούν κρημνοί που αργότερα θα σχηματίσουν σαρκώδες κολόβωμα. Αφού απολινοθούν (δεθούν) τα αιμοφόρα αγγεία θα αποκοπούν τελείως τα οστά, η περιοχή πλένεται με φυσιολογικό ορό και οι κρημνοί από δέρμα και μύες συρράπτονται, καλύπτοντας το κομμένο άκρο των οστών επάνω από το οποίο σχηματίζεται ένα ομαλό και αποσττρογγυλομένο κολόβωμα. Ενώ ο χειρούργος ακρωτηριάζει, προσπαθεί να εξασφαλίσει την κοπή των νεύρων αρκετά πιο ψηλά από το κολόβωμα, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος πόνου από τη πίεση σε περίπτωση εφαρμογής πρόσθεσης (βλ. Τεχνητό Μέλος). Μερικές φορές, όμως, παρ΄όλες τις προφυλάξεις, στο κολόβωμα αναπτύσσεται επώδυνο νευρίνωμα (καλόηθες νεόπλασμα του νευρικού ιστού. Σε ακρωτηριασμούς που εκτελούνται στο ύψος των σφυρών (ακρωτηριασμός κατά syme) το ανέπαφο δέρμα της πτέρνας διατηρείται για να καλύψει το κολόβωμα, οπότε ο ασθενής μπορεί να στηρίξει το βάρος του στο κολόβωμα χωρίς να είναι αναγκαία η χρησιμοποίηση πρόσθεσης. Σήμερα τα αποτελέσματα των ακρωτηριασμών κάτω από το γόνατο είναι πιο ικανοποιητικά από όσο στο παρελθόν. Με τις νεότερες μεθόδους διαμόρφωσης του κολοβώματος είναι ευκολότερη η εφαρμογή προσθέσεων και τα νεότερα τεχνητά μέλη που συγκρατούνται με συστήματα < κενού > και όχι με ιμάντες, μπορούν να τοποθετηθούν και να αφαιρεθούν πιο εύκολα.
ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΝΑΡΡΩΣΗΣ Καθώς επουλώνεται το τραύμα, χρησιμοποιούνται επίδεσμοι και γύψινοι νάρθηκες, με σκοπό τη διαμόρφωση του κολοβώματος σε σχήματα κατάλληλα για την υποδοχή πρόσθεσης. Συνήθως το κολόβωμα παρουσιάζει εξοίδηση για διάστημα περίπου έξι εβδομάδωνμετά από την επέμβαση αλλά μόνιμη πρόσθεση μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο αφού υποχωρήσει το οίδημα και το μέγεθος του κολοβώματος σταθεροποιηθεί. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου η κίνηση του ασθενούς υποβοηθείται με προσωρινή πρόσθεση, ώστε να διατηρήσει την ικανότητα βάδισης.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ Η προσδοκία ότι ένα άτομο που έχει υποστεί ακρωτηριασμό του κάτω άκρου θα διατηρήσει την κινητικότητά του εξαρτάται από διαφόρους παράγοντες : ηλικία, στάση απέναντι στο γεγονός, γενική υγεία, έκταση του ακρωτηριασμού και πρόκληση ή όχι πόνου στο κολόβωμα από κάποια πρόσθεση. Μερικά υγιή άτομα διάγουν ζωή εξίσου δραστήρια με την προηγούμενη, ενώ πολλά άλλα μεγαλύτερης ηλικίας, καθηλώνονται σε τροχήλατα καθίσματα (αναπηρικές άμαξες).
|